Ο παλιός, γνώριμος χώρος με πονούσε με όσα δεν στέγαζε πια. Τα χαραγμένα μηνύματα. Την προσμονή.
Έξω φυσάει κι ακούω το λύγισμα τον χόρτων του καλοκαιριού. Η θάλασσα είναι άδεια και με πληγώνει ακόμα κι αυτή. Για λίγο.
Είναι αυτή η αίσθηση μιας επιθυμίας αβέβαιης. Προδοσία φωνάζει το μέσα σου, αλλά ούτε που το πιστεύω.
Μιλάω για κάτι πιο πρωταρχικό, πιο δύσκολο.
Σύννεφα τρέχουν και φεύγουν. Είναι άνεμος. Είναι ο χρόνος μου που αδειάζει.
Τότε αγκαλιάζω πιο δυνατά.